Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020

Οι γυναίκες ήμαστε σαν τα λουλούδια....

(Αυτό το κείμενο γράφτηκε μια μέρα, στις 4 τα ξημερώματα,  που ένιωθα ανεπαρκής, λίγη και γεμάτη ενοχές) 

Σήμερα λοιπόν σηκώθηκα στις 5 για να ξυπνήσω τον άντρα μου να πάει στην δουλειά. Έπεσα ξανά για ύπνο, μα η αλήθεια είναι πως δύσκολα κοιμάμαι βαθιά αφού σηκωθώ. Το ξυπνητήρι χτύπησε για μένα στις 6:30. Σηκώθηκα έπλυνα τα δόντια με μισόκλειστα σχεδόν ματιά και νίφτηκα σαν 5χρονο,  μόνο με το δείκτη μου να περνάει στα κλέφτρα από το νερό γιατί δεν αντέχετε τόσο κρύο, τέτοια ώρα. 

Γραμμή για την κουζίνα, ανάβω air condition να ζεστάνει μέχρι να σηκωθεί το παιδί. Φτιάχνω καφέ, του οποίου της αναλογίες είχα ετοιμάσει αποβραδίς. Μεγάλη ευκολία αυτή μέσα στην γελοιότητα της. Μα πίστεψε με κάνει την διαφορά. Πίνω την πρώτη γουλιά σαν τον ναρκομανή που του στερούν την δόση του. Ανοίγω ραδιόφωνο. Πάντα Μελωδία. Βάζω μπροστά να μαγειρέψω στην χύτρα, φακές έχει σήμερα το μενού. Μέχρι τις 7:10 η χύτρα βράζει ήδη. Πίνω άλλη μια κλέφτη μεγάλη γουλιά καφέ. Έχει ήδη κρυώσει.

Πάω να ξυπνήσω το παιδί. Ανάβω φώτα, κάθομαι αναπαυτικά και αρχίζω να τον ξυπνάω. Γλυκά στην αρχή, μετά αρχίζουν τα πειράγματα και τα γαργαλητά! 10 λεπτά αποκλειστικά για ζουζούνιες- να αρχίσει η μέρα θετικά. Τον στέλνω για δόντια και νίψιμο και γραμμή πάλι στην κουζίνα να ετοιμάσω το κολατσιό του. Ετοιμάζω ταυτόχρονα το πρωινό του. Έρχεται να φάει. Όσο τρώει, ανοίγω παντζούρια , συμμαζεύω σαλόνι και στρώνω κρεβάτια. Μαζεύω το πρωινό του και βγάζω το φαγητό από την φωτιά. Όσο ντύνεται ο μικρός, με τα ρούχα που έχω ετοιμάσει αποβραδίς, ντύνομαι και εγώ. 7 και 50 ήμαστε έτοιμοι για αναχώρηση. Ανοίγω τα παράθυρα με τις σιδεριές να αεριστεί το σπίτι, ο μικρός κλείνει το ράδιο και βγαίνουμε από το σπίτι. 

5 λεπτά να ζεστάνει το αυτοκίνητο- έχει παγωνιά- ευτυχώς το σχολείο μας είναι κοντά, 8 η ώρα τον έχω ήδη αφήσει, αγοράζω έναν καφέ στο χέρι και φεύγω. Πάω στην, δόξα τον Θεό, τετράωρη εργασία μου, όπου έχω και την πολυτέλεια αν χρειαστεί να φύγω νωρίτερα ή και να λείψω ακόμα. (τα καλά της οικογενειακής επιχείρησης). Δουλειά που απαιτεί σωματική κόπωση, όχι όμως και πνευματική. Καθαρίζω λίγο το μυαλό. Έρχονται εκτάκτως και οι γονείς μου να ζυμώσει κάτι επτάζυμα παξιμάδια αυτός ο τρελός ο Κρητικός, τον βοηθάω, λέμε και τα νέα μας- ωραία είναι δεν τους βλέπω συχνά τα ωράρια αντίθετα. Για να κάθομαι εγώ βράδυ με το παιδί, εργάζονται πάντα και ακόμα αυτοί. 

Στο τετράωρο φεύγω και πάω για τα ψώνια της ημέρας. Σήμερα ήταν λαϊκή, φούρνος και κάτι ρούχα που είχα αφήσει στην μοδίστρα. Σκέφτομαι πως πρέπει να πάρω τον παιδίατρο να τον ρωτήσω γιατί το παιδί ξεκίνησε ξαφνικά να ζαλίζεται στα ταξίδια. Είναι φυσιολογικό; Από Δευτέρα όλο λέω να τον πάρω, γιατί το αμελώ; Μα δεν μιλάω ΠΟΤΕ στο κινητό όταν οδηγώ, οπότε συνεχίζω κανονικά.

 Φτάνω σπίτι 12:10,  ανεβαίνω σαν την τρελή, με δέκα κιλά ψώνια στα χέρια να προλάβω να τα βάλω στη θέση τους, να κόψω το λάχανο να το βρω έτοιμο το βράδυ, να μαζέψω τον νεροχύτη και να απλώσω το πλυντήριο, που ξέχασα να σου πω, έβαλα το πρωί. Να βάλω στην θέση τους και όσα ρούχα προλάβω από το χθεσινό σιδέρωμα. (είναι δυο μικρά βουνά!) Με παίρνει τηλέφωνο η Σουλτάνα να ρωτήσει αν θα της φτιάξω γλυκά να μας κεράσει για τα γενέθλια της μικρής- δεν γιορτάζουμε επίσημα φέτος, μόνο εμείς και εμείς, και  θυμάμαι πως πρέπει να αγοράσω μπαλόνια να της κάνω έκπληξη την Δευτέρα, αποφασίζω να αλλάξω την ρουτίνα της ημέρας και να πάρω τον μικρό απευθείας μετά το σχολείο για βρώμικο φαγητό, όπου δίπλα έχει και το γνωστό παιχνιδομάγαζο να πάρουμε τα μπαλόνια. Ο Παναγιώτης θα αργούσε να γυρίσει, οπότε ετοιμάζω το φαΐ να θέλει μόνο ζέσταμα, και αυτός σκέφτομαι κουρασμένος θα έρθει από την δουλειά. Κλείνω παντζούρια γιατί θα έχει νυχτώσει όταν θα επιστρέψουμε και αναρωτιέμαι γιατί τα άνοιξα εξαρχής. 12:55 φεύγω να πάρω το παιδί από το σχολείο. 

Έξω από το σχολείο, παίρνω μερικά τηλέφωνα που πρέπει όσο περιμένω,και ψάχνω και στο διαδίκτυο ιδέες για τα δικά μας γενέθλια. Το μικράκι μου επιτέλους σχολάει, του παίρνω την τσάντα- ασήκωτη είναι και αυτή- τον ενημερώνω για την αλλαγή "πλεύσης", ενθουσιάζεται και ξεκινάμε.  Πάμε για βρώμικο φαγητό και ψώνια. Μου έχει έρθει και μια ειδοποίηση από το ταχυδρομείο μερικές μέρες, ευκαιρία να μπω νωρίτερα σήμερα που έχει και μουσική έκφραση να πάρω το δέμα. Κουβεντιάζουμε στο φαγητό, βασικά μόνη μου μιλάω - κουβέντα δεν του παίρνω του σκασμένου- κομμάτια και αυτό- "Που το τρέχω" αναρωτιέμαι, είναι τόσο σημαντική πια αυτή η δραστηριότητα;" Στο παιχνιδομάγαζο ζωντανεύει λίγο, να δοκιμάζει ότι αποκριάτικο υπάρχει και δεν υπάρχει - εγώ να προλάβω μην φορέσει μάσκες στο πρόσωπο, κυκλοφορεί και μια γρίπη, ο καθένας μπορεί να την έχει βάλει στο πρόσωπο του. Ζαλώνομαι και από εκεί τα πράγματα. 

Φεύγουμε για ταχυδρομείο και μουσική έκφραση. Το ταχυδρομείο κλειστό - εκτάκτως - και εγώ να βρίσκομαι μια ώρα νωρίτερα από το μάθημα του κέντρο. Που να πάμε, αυτό σέρνεται. Και εγώ, μην κρυβόμαστε.  (έχει σημασία;) Στηνόμαστε έξω από το μάθημα 45 λεπτά πριν. Κοντεύει να αποκοιμηθεί. Πίνω τον τρίτο καφέ της μέρας μα ξαφνικά με πιάνει αηδία, τον πετάω. Τον περιμένω απέξω μιάμιση ώρα σε μια καρεκλίτσα που με το ζόρι χωράω. Μπαίνω ίντερνετ να περάσει η ώρα. Χαζεύω, απαντάω σε μερικά, αλληλεπιδρώ με άλλα. Ακούω να του κάνει παρατηρήσεις - μα έχει κουραστεί το παιδί πως να αντεπεξέλθει; Ευτυχώς έχω παρκάρει κοντά. Θυμάμαι τον παιδίατρο, φτου είναι νωρίς δεν έχει ανοίξει για απόγευμα. Το μάθημα αργεί, τον βγάζει με καθυστέρηση, 18:45 ξεκινάμε - επιτέλους για το σπίτι. Βρίσκουμε κίνηση, ευτυχώς λίγα πράγματα. 19:15 φτάνουμε επιτέλους.

 Αγκαλιές κακό με τον μπαμπά του, βρίσκω χρόνο να κάνω ένα ντους και να αλλάξω! Ετοιμάζω το βραδινό - το μεσημεριανό δηλαδή που δεν φάγαμε και μια ξεχωριστή τσαχπινιά για το άλλο μου εγώ - σιγά μην ξανά φάει φακές! Τρώμε, μαζεύω νεροχύτη και σαλόνι όσο ο Παναγιώτης παίζει με το παιδί. Σήμερα είναι σπίτι, έτσι δεν θα διαβάσω εγώ το παραμύθι, ούτε θα του πλύνω εγώ τα δόντια - μιλάμε για σούπερ ρεπό - στα αλήθεια έτσι νιώθω. Μπαίνω ίντερνετ όσο "ρεπάρω", απαντάω σε μερικά, αλληλεπιδρώ με άλλα - μπα πόνεσε το χέρι μου, α στο καλό δεν έχει και τίποτα αυτή η τηλεόραση. Κρυώνω κιόλας, πέρασε και η ώρα. Σηκώνομαι. 

Κάνω ένα "παπ, παπ, παπ" ντους το μικράκι μου- έτσι το λέμε το γρήγορο ντουζάκι- και ξαπλώνουμε όλοι παρέα, να ακούσω τον Παναγιώτη να "σκοτώνει" ακόμα ένα παραμύθι! Έχει πάει 9 θυμάμαι τον γιατρό, που να τον πάρω τέτοια ώρα. Άστο. Από Δευτέρα. Το σημειώνω με τριπλή υπογράμμιση στην ατζέντα μου. Λέμε κάνα νέο και με αυτόν τον άντρα μου που δεν τον έχω δει όλη μέρα, όοοοχι,  πετάγετε το μαϊμούδι για γαργαλητά και προσοχή! Θα τα πούμε μετά λέμε και περιμένουμε να αποκοιμηθεί το θηριάκι γιατί είναι και αγκαλίτσας. Είναι όμως και το υπνωτικό μας, τι να λέμε σε λίγο θα ροχαλίζουμε και εμείς μαζί του. 

Λίγο πριν κοιμηθώ αναρωτιέμαι τι στο καλό έκανα όλη μέρα και είμαι τόσο κουρασμένη... "Τίποτα δεν έκανες και σήμερα" λέω στον εαυτό μου και το πιστεύω... "Ούτε διάβασμα είχαμε σήμερα, ούτε έξτρα δουλειές στο σπίτι, ούτε τίποτα. Γιατί κουράστηκες μου λες;" μονολογώ σαν την τρελή στον εαυτό μου.  Μα δεν προλαβαίνω να μου απαντήσω, διότι πράγματι αποκοιμιέμαι. Σχεδόν από τις 9:30. 

Ξυπνάω φυσικά γύρω στις 3:30 τα ξημερώματα. Δεν είμαι μαθημένη να κοιμάμαι τόσες ώρες. Στριφογυρνάω σαν σβούρα. Το μυαλό αρχίζει πάλι να δουλεύει υπερωρίες- μα οι μεταμεσονύκτιες υπερωρίες για καλό δεν είναι. Το βράδυ όλα διογκώνονται. Όλα παραμορφώνονται. Αν πριν κοιμηθώ ήμουν ανεπαρκής, τώρα στις 4 τα ξημερώματα ήμουν απολύτως άχρηστη. 

Σηκώνομαι. Πάω στο σαλόνι- δεν έχω ίντερνετ σε όλο το σπίτι, ευτυχώς- και γράφω. Γράφω επί λέξη κάθε μικρό ή μεγάλο πράγμα που έκανα. Από το πρωί που ξύπνησα μέχρι το βράδυ που κοιμήθηκα. Για να το διαβάζω οπότε νιώθω ανεπαρκής. Ή λίγη. Ή ότι δεν πρόσφερα αρκετά στην οικογένεια μου. Γιατί βλέπεις, ακόμα γράφω. Άρα μήπως τελικά έκανα κάτι; Μήπως έκανα πολλά; Μήπως κάθε μέρα κάνω κάτι; Διότι, αυτή η μέρα για την οποία γράφω, θα μπορούσε να είναι η κάθε μέρα μου-  μα με παραλλαγές. Και μάλιστα πιο περίπλοκες. Με διαβάσματα, και ραντεβού σε γιατρούς και ατελείωτες δουλειές και υποχρεώσεις. Και κάθε μέρα να νιώθω πως ήμουν ανεπαρκής. Ποτέ να μην ακούω μια επιβεβαίωση. Μα γιατί την χρειάζομαι αλήθεια; Απορώ....  

Και έτσι όπως σταματάω πια το γράψιμο- δεν έχω άλλο να πω- βλέπω τα λουλουδάκια μου να έχουν ξεπεταχτεί... Τα λουλούδια που μου έφερε μια μέρα, κάποια εβδομάδα ο Παναγιώτης και τα άλλα που πήρα μόνη μου,  μια μέρα που ήθελα να με κανακέψω. Τα ποτίζω λίγο, λίγο βδομάδες τώρα και περιμένω... Περιμένω,  με λαχτάρα  αλήθεια είναι,  να φανούν τα μπουμπούκια τους, να ξεχυθούν οι μυρωδιές. Και να' τα που φανερώνονται σιγά σιγά. Και θυμάμαι τα λόγια της θείας μου της Ε. που δεν είναι πια κοντά μας, να λέει λίγους μόλις μήνες πριν πεθάνει. "Οι γυναίκες είναι σαν τα λουλούδια. Λίγο πότισμα θέλουν, μα τι άνθη που θα σου δώσουν..."  Και πόσο δίκιο είχε. Λίγο πότισμα θέλω. Να το θυμάμαι. Τα βράδια που νιώθω ανεπαρκής, λίγη και γεμάτη ενοχές. 

(αυτή η κατάθεση ψυχής αφορά αποκλειστικά εμένα, με τα δικά μου μοναδικά δεδομένα, και τις δικές μου συνθήκες διαβίωσης και βίου. Δεν αναμένω επιβεβαίωση ή κριτική.  Δεν είναι διαγωνισμός αν έκανα όντως πολλά ή αν θα μπορούσα να κάνω περισσότερα. Είναι απλά αυτό. Μια προσωπική μου επιβεβαίωση πως τελικά ΚΆΤΙ έκανα. Και αν νιώθεις και εσύ έτσι το βράδυ που πέφτεις να ξαπλώσεις, σε προτρέπω να γράψεις- σε ένα κομμάτι χαρτί, στο κινητό σου, όπου σε βολεύει- τι έκανες εσύ μια μέρα σου. Πίστεψε με, θα κουραστείς να γράφεις.)


2 σχόλια:

  1. το να σου πω πόσο σε καταλαβαίνω είναι λίγο...είμαι αρρωστη με γαστρεντερίτιδα, σκέφτομαι γιατί με.έριξε έτσι η ίωση και δεν μπορώ να κάνω τίποτα και διαβάζοντάς σε συνειδητοποιώ τι έχω κάνει ως και καλά άρρωστη και τι κάνω καθημερινά.. όλες χρειαζόμαστε λίγο πότισμα αλλά κυρίως από εμάς τις ίδιες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. στο μυαλό μου είσαι κορίτσι μου!Οι γυναίκες είναι σαν τα λουλούδια. Λίγο πότισμα θέλουν, μα τι άνθη που θα σου δώσουν..."
    ότι πιο αληθινό διάβασα τελευταία!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τα σχόλια σας είναι η κινητήριος δύναμη μου, Η αλληλεπίδραση που χρειάζεται κάθε blogger με τους αναγνώστες του. Θα χαρώ πολύ να σας δω εδώ κάτω...