Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2023

Ένα κόκκινο μπαλόνι και λίγη παράνοια. (Ή πένθος;)

 Γέμισα σήμερα τη μέρα μου όπως κάθε μέρα... Και είναι και αυτό μια πρόοδος, (το βλέπεις άραγε για πρόοδο, ή με μισείς για αυτό;), γιατί για πολλά χρόνια ήμουν ανίκανη να κάνω το οτιδήποτε ανήμερα των ουρανίων γενεθλίων σου. 


Συνέχισα να αγνοώ τις αρρυθμίες που έχω εδώ και μερικές μέρες- παρά το χάπι που παίρνω ούτως ή άλλως, παρότι ο γιατρός μου αύξησε τη δοσολογία- αυτές επιμένουν. Ξέρω πια. Είναι η μνήμη του σώματος και φωνάζει. Με όποιο τρόπο μπορεί κάθε φορά αφού φωνή δεν έχει. Συνέχισα να τις αγνοώ και να γεμίζω τη μέρα μου, μην αφήσω κενό και σκεφτώ, και νιώσω- δεν θέλω. (Σίγουρα με μισείς για αυτό.) 


Την ώρα όμως που πέταξες ψηλά στον ουρανό, εκεί γύρω στις δέκα, μόνο του πήγε πάλι το σώμα στο νεκροταφείο. (Δεν μου άρεσει να το λέω κοιμητήριο. Προτιμώ το νεκροταφείο. Γιατί άραγε;). Το μπαλόνι ήταν ακόμα εκεί, να χορεύει στο ρυθμό του αέρα. 


Προχώρησα με βαριά βήματα. Άναψα ξανά το καντήλι, το λιβάνι και αργά, σχεδόν τελετουργικά, έλυσα τους τρεις κόμπους από το σχοινί του μπαλονιού , τους τρεις κόμπους που είχα φτιάξει χθες- από φόβο μην το πάρει ο αέρας και μείνεις χωρίς μπαλόνι.


 Μα δεν είσαι εκεί. Στο νεκροταφείο. Στο μνήμα. (Είσαι;) Αλλού είσαι. Ψηλά. Εκεί πάνω. Για αυτό λύνω τους κόμπους. Θέλω να σου στείλω το μπαλόνι. Αυτό το ένα. Το κόκκινο. Τους λύνω λοιπόν και ξέρω πως πρέπει να το αφήσω αμέσως το μπαλόνι, αλλιώς θα αλλάξω γνώμη και θα ξαναδέσω τρεις κόμπους. (Δεν θέλω να μείνεις χωρίς μπαλόνι). Ο άνεμος είναι σύμμαχος, (είναι;), και το κόκκινο αυτό μπαλόνι που γράφει "Σε αγαπώ" νιώθω πως είναι ήδη δίπλα στον ήλιο. Το κοιτάζω επίμονα να ανεβαίνει ψηλά, πολύ ψηλά και άλλο ψηλά και ας έχει αρχίσει να μαυρίζει η όραση μου επειδή κοιτάω κατάματα στον ήλιο. 


Δεν θέλω να το χάσω από τα μάτια μου, νιώθω λες και βλέπω εσένα. Νιώθω σαν να μου ξεριζώνεται πάλι η καρδιά. Φεύγεις ξανά και τίποτα δεν μπορώ να κάνω. Ανήμπορη. Ανίκανη.  


Παίρνω λίγο το βλέμμα μου από τον ήλιο γιατί δεν βλέπω πια και όταν ξανακοιτάω...το μπαλόνι έχει χαθεί. Όπως και εσύ. Το ψάχνω παντού μα μάταια. Δεν υπάρχει πια. (Εσύ υπάρχεις;) 


Η λογική μου λέει πως κάπου εκεί ψηλά, έσκασε πια. Ξεκινάω να φύγω. Μπαίνω στο αυτοκίνητο και ξεσπώ σε κλάματα. Κουράστηκα πια να κλαίω. Δεν στο κρύβω. (Ελπίζω να μην με μισείς και για αυτό). Βάζω μπροστά. Πάω να συνεχίσω να γεμίζω τη μέρα μου. (Να μην σκέφτομαι, να μην νιώθω). 


 Καθώς οδηγώ το βλέμμα ψάχνει στον ουρανό. Όσο πλησιάζω σπίτι μια παράλογη ελπίδα γεννιέται.... Λες να βρω το μπαλόνι μπλεγμένο κάπου στο μπαλκόνι μου; Στη σκεπή μου; Έστω στον κήπο; Τόσα χρόνια παρακαλάω για ένα σημάδι, τόσα χρόνια περιμένω. Δώδεκα. (Γυμνάσιο θα πήγαινες. Το πιστεύεις;) Λες να ήρθε η ώρα; Φτάνω σπίτι. Τίποτα. Όλα όπως τα ξέρω. Τίποτα κόκκινο πουθενά. (Μάλλον δεν το αξίζω αυτό το σημάδι). 


 Μόνο μια καρδιά μέσα στο στήθος να της λείπει για πάντα ένα κομμάτι της... Αστεράκι; Μικρέ μου μπαγάσα; Αν το μπαλόνι έφτασε κατά κει, αν έστω το πήρες μυρωδιά, να ξέρεις...Δικό σου είναι. Κρύβει μέσα αυτό το κομμάτι της καρδιάς μου ναι; Να το προσέχεις. (Αν θες. Όπως και να έχει, θα είναι πάντα δικό σου). 


Σε αγαπώ. (Άπειρα. Συγνώμη για όλα).





Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...